Μηχανική Υποστήριξη Καρδιάς
ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ (LVAD)
Μερικοί ασθενείς με προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να μην είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για μεταμόσχευση καρδιάς. Επιπλέον, η προσφορά καρδιών από δότες είναι περιορισμένη και ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν πολλά χρόνια πριν βρεθεί μια κατάλληλη καρδιά για μεταμόσχευση. Η μηχανική υποστήριξη του κυκλοφορικού ή MCS είναι ένας τρόπος βελτίωσης της κυκλοφορίας του αίματος στο σώμα με μια αντλία καρδιάς που ονομάζεται συσκευή υποβοήθησης κοιλίας (ΣΥΚ). Οι ΣΥΚ βοηθούν την καρδιά με βλάβη να διοχετεύσει με αίμα όλο το σώμα. Δεν αποτελούν υποκατάστατο καρδιάς και η καρδιά σας θα συνεχίσει να λειτουργεί.
Οι ΣΥΚ υποβοηθούν την κανονική λειτουργία της καρδιάς, παρατείνουν τη ζωή και βελτιώνουν την ποιότητά της για όσους έχουν προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια. Η ΣΥΚ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για βραχυπρόθεσμη υποστήριξη ως γέφυρα για μεταμόσχευση (BTT), που σημαίνει ότι μπορεί να βοηθήσει έναν ασθενή να επιβιώσει έως ότου υπάρξει διαθέσιμη καρδιά για μεταμόσχευση, ή να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία προορισμού (DT), παρέχοντας μακροχρόνια υποστήριξη σε ασθενείς που μπορεί να είναι ακατάλληλοι για μεταμόσχευση καρδιάς.
ΟΙ ΣΥΚ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ 3 ΚΥΡΙΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ:
ΠΟΥ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΙΘΕΤΑΙ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ;
Η εμφύτευση ΣΥΑΚ σε έναν ασθενή απαιτεί χειρουργική επέμβαση υπό γενική αναισθησία. Ο καρδιοχειρουργός θα συνδέσει τη συσκευή με την κορυφή της αριστερής κοιλίας και θα εμφυτεύσει έναν σωληνίσκο στην αορτή για να τραβάει το αίμα από την κοιλία και να το τροφοδοτεί εκ νέου στη γενική κυκλοφορία (αριστερή ΣΥΚ) ή στην πνευμονική αρτηρία (δεξιά ΣΥΚ), αυξάνοντας έτσι τη ροή του αίματος στο σώμα σας και βελτιώνοντας την αιμάτωση των οργάνων σας.
Πολλοί ασθενείς με ΣΥΑΚ βρίσκουν ότι έχουν περισσότερη ενέργεια από ό, τι πριν, επειδή περισσότερο αίμα πλούσιο σε οξυγόνο κινείται στο σώμα τους. Θα πρέπει να μιλήσετε στον γιατρό ή τη νοσοκόμα σας στο νοσοκομείο για περισσότερες πληροφορίες.
Προσωρινή βηματοδότηση
Γενικά χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις σοβαρής βραδυκαρδικής διαταραχής του ρυθμού που προκαλεί συμπτώματα, αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση ή κίνδυνο απότομης επιδείνωσης, εφόσον αναμένεται ότι αυτή η κατάσταση είναι πιθανώς προσωρινή και μπορεί να διορθωθεί με την αντιμετώπιση του αιτίου.
Κατά κανόνα χρησιμοποιείται η διαφλέβια προσωρινή βηματοδότηση ( transvenous temporary pacing) με την εισαγωγή βηματοδοτικού καλωδίου μέσω μίας κεντρικής φλέβας. Ωστόσο, σε επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοσθεί η διαδερμική βηματοδότηση (transcutaneous pacing) μέσω ηλεκτροδίων που τοποθετούνται στο θώρακα, σε περιπτώσεις σοβαρής συμπτωματικής βραδυκαρδίας οποιασδήποτε αιτιολογίας που προκαλεί αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση (πχ υπόταση, συμπτώματα οξείας καρδιακής ανεπάρκειας), σαν "γέφυρα" μέχρι να γίνει η προσωρινή διαφλέβια βηματοδότηση.
Σε περίπτωση οξέος εμφράγματος μπορεί να εμφανισθεί βραδυκαρδία είτε φλεβοκομβική, ή από κολποκοιλιακό αποκλεισμό. Η φλεβοκομβική βραδυκαρδία συνήθως δεν χρειάζεται αντιμετώπιση, εκτός αν είναι αρκετά έντονη, ώστε προκαλεί αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση. Ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός μπορεί να είναι από διαταραχή στον κολποκοιλιακό κόμβο (κκ), ή στο υποκομβικό σύστημα αγωγής. Στα πλαίσια οξέος εμφράγματος ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός στο επίπεδο του κκ παρατηρείται συνήθως σε κατώτερα ή οπίσθια εμφράγματα, με υπεύθυνη τη δεξιά στεφανιαία αρτηρία [RCA] στο 90% των περιπτώσεων και την περισπωμένη αρτηρία [LCX] στο 10 %. Συχνότερα παρουσιάζεται με τη μορφή, πρώτου βαθμού κολποκοιλιακού αποκλεισμού, ή κολποκοιλιακού αποκλεισμού τύπου Mobitz I (και σπανιότερα με μορφή Mobitz II, ή πλήρους κολποκοιλιακού αποκλεισμού). Συνήθως στο οξύ έμφραγμα ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός στο επίπεδο του κόμβου είναι καλοήθους προγνώσεως, παροδικός και σχεδόν ποτέ δεν θα χρειασθεί μόνιμος βηματοδότης, ενώ όταν έχει τη μορφή αποκλεισμού πρώτου βαθμού, ή Mobitz I σπάνια χρειάζεται προσωρινός βηματοδότης (μόνο όταν προκαλείται σοβαρή και επίμονη βραδυκαρδία με κίνδυνο αιμοδυναμικής αποσταθεροποίησης).
Αντίθετα, στα πλαίσια οξέος εμφράγματος, ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός σε επίπεδο χαμηλότερο από αυτό του κόμβου (υποκομβικός- infranodal atrioventricular block), συνήθως σχετίζεται με προσθιοδιαφραγματικά ή πρόσθια εμφράγματα με υπεύθυνη απόφραξη στον πρόσθιο κατιόντα κλάδο [LAD] ). Συνήθως εκδηλώνεται ως αποκλεισμός Mobitz II ή τρίτου βαθμού και σχετίζεται με επιβάρυνση της πρόγνωσης, επειδή συνήθως υποδηλώνει έμφραγμα μεγάλης έκτασης. Συνήθως είναι παροδικός και συχνά χρειάζεται προσωρινή βηματοδότηση ενώ αν επιμένει (γεγονός που συμβαίνει λιγότερο συχνά), τότε εμφυτεύεται μόνιμος βηματοδότης.
Γενικός κανόνας : Υψηλού βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός, όπως ο δεύτερου βαθμού Mobitz II και ο τρίτου βαθμού (πλήρης) χρειάζεται προσωρινή βηματοδότηση στα πλαίσια της οξείας φάσης κάθε είδους εμφράγματος είτε προσθίου τοιχώματος (στην περιοχή του LAD), είτε κατωτέρου τοιχώματος (στην περιοχή της RCA).
Επίσης προσωρινή βηματοδότηση σε οξύ έμφραγμα απαιτείται σε:
Νεοεμφανιζόμενο διδεσμιδικό αποκλεισμό (αποκλεισμό δεξιού σκέλους με πρόσθιο ή οπίσθιο αριστερό ημισκελικό αποκλεισμό) και σε περίπτωση εναλλασσόμενου αποκλεισμού σκέλους
(alternating bundle branch block), όπου δηλ παρατηρείται κατά διαστήματα αποκλεισμός αριστερού σκέλους σε εναλλαγή με άλλες περιόδους στις οποίες υπάρχει αποκλεισμός δεξιού σκέλους.
Ο νεοεμφανιζόμενος διδεσμιδικός ή εναλλασσόμενος αποκλεισμός αποτελούν ενδείξεις ισχαιμίας στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα και η προσωρινή βηματοδότηση απαιτείται, επειδή υπάρχει κίνδυνος εξέλιξης σε πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό.
Επίσης σοβαρή βραδυκαρδία (που τείνει να αποσταθεροποιήσει αιμοδυναμικά τον ασθενή) οποιασδήποτε αιτίας, που παραμένει παρά τη θεραπεία με ατροπίνη, σε έμφραγμα οποιασδήποτε περιοχής της καρδιάς αποτελεί ένδειξη προσωρινού βηματοδότη.
Άλλες ενδείξεις προσωρινής βηματοδότησης, εκτός αυτών που αναφέρθηκαν για περιπτώσεις οξέος εμφράγματος:
Οξεία βραδυκαρδία αιμοδυναμικά σημαντική που προκαλεί συμπτώματα, ή πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός με κοιλιακό ρυθμό διαφυγής, όταν η διαταραχή του ρυθμού αποδίδεται σε αιτία που μπορεί να αντιμετωπισθεί και να αρθεί, όπως σε περιπτώσεις επίδρασης φαρμάκων (πχ τοξικότητα από διγοξίνη, β-αναστολείς, βεραπαμίλη, διλτιαζέμη, αντιαρρυθμικά), σε ηλεκτρολυτικές διαταραχές (πχ υπερκαλιαιμία), σε περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας ή νόσου του Lyme.
Μία άλλη ένδειξη προσωρινής βηματοδότησης είναι η ασυστολία.
Προφυλακτική προσωρινή βηματοδότηση χρειάζεται και σε :
Δεξιό καρδιακό καθετηριασμό σε ασθενείς με προϋπάρχοντα αποκλεισμό του αριστερού σκέλους (LBBB), λόγω του κινδύνου τραυματισμού του δεξιού σκέλους κατά τον καθετηριασμό, με επακόλουθο πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό επί εδάφους προϋπάρχοντος LBBB,
Σε νεοεμφανιζόμενο αποκλεισμό σκέλους ή κολποκοιλιακό αποκλεισμό (ακόμα και πρώτου βαθμού) σε ασθενείς με ενδοκαρδίτιδα ιδιαίτερα της αορτικής βαλβίδας (επειδή μπορεί η προσβολή του ερεθισματαγωγού συστήματος από τη λοίμωξη να εξελιχθεί σε πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό),
Σε αγγειοπλαστική σε σύμπλοκη βλάβη (δηλαδή "δύσκολη βλάβη") στη δεξιά στεφανιαία αρτηρία (αφού αιματώνει τον κολποκοιλιακό κόμβο στο 90% των ατόμων,
Σε ανάταξη κολπικής μαρμαρυγής ή κολπικού πτερυγισμού σε άτομα με σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου (επειδή υπάρχει κίνδυνος μεγάλης παύλας ή σοβαρής βραδυκαρδίας μετά την ανάταξη) . Σε αυτή την περίπτωση συχνά αντί για διαφλέβια προσωρινή βηματοδότηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί διαδερμική
Σε κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος με έγχυση αλκοόλης (alcohol septal ablation) σε ασθενείς με υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια, λόγω του κινδύνου εμφάνισης πλήρους κολποκοιλιακού αποκλεισμού κατά την επέμβαση.
Σε καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις εφαρμόζεται προσωρινή βηματοδότηση με επικαρδιακά κολπικά και κοιλιακά ηλεκτρόδια για να βελτιστοποείται κατά το δυνατόν η καρδιακή παροχή κατά την αποσύνδεση από την εξωσωματική κυκλοφορία και για προστασία από ενδεχόμενη εμφάνιση μετεγχειρητικού κολποκοιλιακού αποκλεισμού στο επίπεδο του κόμβου,ιδιαίτερα μάλιστα σε περιπτώσεις βαλβιδικής χειρουργικής.
Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε διαδερμική εμφύτευση αορτικής βαλβίδας ή σε διαδερμική βαλβιδοπλαστική της αορτικής με μπαλόνι, τοποθετείται πρώτα προσωρινός βηματοδότης, επειδή εφαρμόζεται ταχεία βηματοδότηση κατά την έκπτυξη του μπαλονιού και την εμφύτευση της βαλβίδας.
Μερικοί ασθενείς με προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να μην είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για μεταμόσχευση καρδιάς. Επιπλέον, η προσφορά καρδιών από δότες είναι περιορισμένη και ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν πολλά χρόνια πριν βρεθεί μια κατάλληλη καρδιά για μεταμόσχευση. Η μηχανική υποστήριξη του κυκλοφορικού ή MCS είναι ένας τρόπος βελτίωσης της κυκλοφορίας του αίματος στο σώμα με μια αντλία καρδιάς που ονομάζεται συσκευή υποβοήθησης κοιλίας (ΣΥΚ). Οι ΣΥΚ βοηθούν την καρδιά με βλάβη να διοχετεύσει με αίμα όλο το σώμα. Δεν αποτελούν υποκατάστατο καρδιάς και η καρδιά σας θα συνεχίσει να λειτουργεί.
Οι ΣΥΚ υποβοηθούν την κανονική λειτουργία της καρδιάς, παρατείνουν τη ζωή και βελτιώνουν την ποιότητά της για όσους έχουν προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια. Η ΣΥΚ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για βραχυπρόθεσμη υποστήριξη ως γέφυρα για μεταμόσχευση (BTT), που σημαίνει ότι μπορεί να βοηθήσει έναν ασθενή να επιβιώσει έως ότου υπάρξει διαθέσιμη καρδιά για μεταμόσχευση, ή να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία προορισμού (DT), παρέχοντας μακροχρόνια υποστήριξη σε ασθενείς που μπορεί να είναι ακατάλληλοι για μεταμόσχευση καρδιάς.
ΟΙ ΣΥΚ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ 3 ΚΥΡΙΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ:
- Να διατηρηθούν στη ζωή οι ασθενείς μέχρι να βρεθεί καρδιά για μεταμόσχευση. Σε αυτή την περίπτωση, η ΣΥΚ χρησιμοποιείται ως γέφυρα για μεταμόσχευση.
- Να δώσει τη δυνατότητα στην καρδιά να “ξεκουράζεται” έτσι ώστε να ανακτήσει κάποια από την κανονική λειτουργία της. Σε ασθενείς που έχουν ορισμένη καρδιακή ανάκαμψη, η συσκευή μπορεί να αφαιρεθεί και είναι πιθανό να μην χρειαστεί εγχείρηση εμφύτευσης καρδιάς. Εάν αυτή είναι η περίπτωση, η ΣΥΚ χρησιμοποιείται ως γέφυρα-προς-την-ανάκαμψη.
- Να υποστηρίζει την κυκλοφορία για μια περίοδο ετών. Αυτή είναι συνήθως η επιλογή για ορισμένους ασθενείς που είναι πολύ βαριά άρρωστοι για να υποβληθούν σε μεταμόσχευση καρδιάς. Σε αυτή την περίπτωση, η ΣΥΚ χρησιμοποιείται ως θεραπεία προορισμού.
ΠΟΥ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΙΘΕΤΑΙ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ;
Η εμφύτευση ΣΥΑΚ σε έναν ασθενή απαιτεί χειρουργική επέμβαση υπό γενική αναισθησία. Ο καρδιοχειρουργός θα συνδέσει τη συσκευή με την κορυφή της αριστερής κοιλίας και θα εμφυτεύσει έναν σωληνίσκο στην αορτή για να τραβάει το αίμα από την κοιλία και να το τροφοδοτεί εκ νέου στη γενική κυκλοφορία (αριστερή ΣΥΚ) ή στην πνευμονική αρτηρία (δεξιά ΣΥΚ), αυξάνοντας έτσι τη ροή του αίματος στο σώμα σας και βελτιώνοντας την αιμάτωση των οργάνων σας.
Πολλοί ασθενείς με ΣΥΑΚ βρίσκουν ότι έχουν περισσότερη ενέργεια από ό, τι πριν, επειδή περισσότερο αίμα πλούσιο σε οξυγόνο κινείται στο σώμα τους. Θα πρέπει να μιλήσετε στον γιατρό ή τη νοσοκόμα σας στο νοσοκομείο για περισσότερες πληροφορίες.
Πηγή: https://www.heartfailurematters.org
Προσωρινή βηματοδότηση
Γενικά χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις σοβαρής βραδυκαρδικής διαταραχής του ρυθμού που προκαλεί συμπτώματα, αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση ή κίνδυνο απότομης επιδείνωσης, εφόσον αναμένεται ότι αυτή η κατάσταση είναι πιθανώς προσωρινή και μπορεί να διορθωθεί με την αντιμετώπιση του αιτίου.
Κατά κανόνα χρησιμοποιείται η διαφλέβια προσωρινή βηματοδότηση ( transvenous temporary pacing) με την εισαγωγή βηματοδοτικού καλωδίου μέσω μίας κεντρικής φλέβας. Ωστόσο, σε επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοσθεί η διαδερμική βηματοδότηση (transcutaneous pacing) μέσω ηλεκτροδίων που τοποθετούνται στο θώρακα, σε περιπτώσεις σοβαρής συμπτωματικής βραδυκαρδίας οποιασδήποτε αιτιολογίας που προκαλεί αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση (πχ υπόταση, συμπτώματα οξείας καρδιακής ανεπάρκειας), σαν "γέφυρα" μέχρι να γίνει η προσωρινή διαφλέβια βηματοδότηση.
Σε περίπτωση οξέος εμφράγματος μπορεί να εμφανισθεί βραδυκαρδία είτε φλεβοκομβική, ή από κολποκοιλιακό αποκλεισμό. Η φλεβοκομβική βραδυκαρδία συνήθως δεν χρειάζεται αντιμετώπιση, εκτός αν είναι αρκετά έντονη, ώστε προκαλεί αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση. Ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός μπορεί να είναι από διαταραχή στον κολποκοιλιακό κόμβο (κκ), ή στο υποκομβικό σύστημα αγωγής. Στα πλαίσια οξέος εμφράγματος ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός στο επίπεδο του κκ παρατηρείται συνήθως σε κατώτερα ή οπίσθια εμφράγματα, με υπεύθυνη τη δεξιά στεφανιαία αρτηρία [RCA] στο 90% των περιπτώσεων και την περισπωμένη αρτηρία [LCX] στο 10 %. Συχνότερα παρουσιάζεται με τη μορφή, πρώτου βαθμού κολποκοιλιακού αποκλεισμού, ή κολποκοιλιακού αποκλεισμού τύπου Mobitz I (και σπανιότερα με μορφή Mobitz II, ή πλήρους κολποκοιλιακού αποκλεισμού). Συνήθως στο οξύ έμφραγμα ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός στο επίπεδο του κόμβου είναι καλοήθους προγνώσεως, παροδικός και σχεδόν ποτέ δεν θα χρειασθεί μόνιμος βηματοδότης, ενώ όταν έχει τη μορφή αποκλεισμού πρώτου βαθμού, ή Mobitz I σπάνια χρειάζεται προσωρινός βηματοδότης (μόνο όταν προκαλείται σοβαρή και επίμονη βραδυκαρδία με κίνδυνο αιμοδυναμικής αποσταθεροποίησης).
Αντίθετα, στα πλαίσια οξέος εμφράγματος, ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός σε επίπεδο χαμηλότερο από αυτό του κόμβου (υποκομβικός- infranodal atrioventricular block), συνήθως σχετίζεται με προσθιοδιαφραγματικά ή πρόσθια εμφράγματα με υπεύθυνη απόφραξη στον πρόσθιο κατιόντα κλάδο [LAD] ). Συνήθως εκδηλώνεται ως αποκλεισμός Mobitz II ή τρίτου βαθμού και σχετίζεται με επιβάρυνση της πρόγνωσης, επειδή συνήθως υποδηλώνει έμφραγμα μεγάλης έκτασης. Συνήθως είναι παροδικός και συχνά χρειάζεται προσωρινή βηματοδότηση ενώ αν επιμένει (γεγονός που συμβαίνει λιγότερο συχνά), τότε εμφυτεύεται μόνιμος βηματοδότης.
Γενικός κανόνας : Υψηλού βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός, όπως ο δεύτερου βαθμού Mobitz II και ο τρίτου βαθμού (πλήρης) χρειάζεται προσωρινή βηματοδότηση στα πλαίσια της οξείας φάσης κάθε είδους εμφράγματος είτε προσθίου τοιχώματος (στην περιοχή του LAD), είτε κατωτέρου τοιχώματος (στην περιοχή της RCA).
Επίσης προσωρινή βηματοδότηση σε οξύ έμφραγμα απαιτείται σε:
Νεοεμφανιζόμενο διδεσμιδικό αποκλεισμό (αποκλεισμό δεξιού σκέλους με πρόσθιο ή οπίσθιο αριστερό ημισκελικό αποκλεισμό) και σε περίπτωση εναλλασσόμενου αποκλεισμού σκέλους
(alternating bundle branch block), όπου δηλ παρατηρείται κατά διαστήματα αποκλεισμός αριστερού σκέλους σε εναλλαγή με άλλες περιόδους στις οποίες υπάρχει αποκλεισμός δεξιού σκέλους.
Ο νεοεμφανιζόμενος διδεσμιδικός ή εναλλασσόμενος αποκλεισμός αποτελούν ενδείξεις ισχαιμίας στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα και η προσωρινή βηματοδότηση απαιτείται, επειδή υπάρχει κίνδυνος εξέλιξης σε πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό.
Επίσης σοβαρή βραδυκαρδία (που τείνει να αποσταθεροποιήσει αιμοδυναμικά τον ασθενή) οποιασδήποτε αιτίας, που παραμένει παρά τη θεραπεία με ατροπίνη, σε έμφραγμα οποιασδήποτε περιοχής της καρδιάς αποτελεί ένδειξη προσωρινού βηματοδότη.
Άλλες ενδείξεις προσωρινής βηματοδότησης, εκτός αυτών που αναφέρθηκαν για περιπτώσεις οξέος εμφράγματος:
Οξεία βραδυκαρδία αιμοδυναμικά σημαντική που προκαλεί συμπτώματα, ή πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός με κοιλιακό ρυθμό διαφυγής, όταν η διαταραχή του ρυθμού αποδίδεται σε αιτία που μπορεί να αντιμετωπισθεί και να αρθεί, όπως σε περιπτώσεις επίδρασης φαρμάκων (πχ τοξικότητα από διγοξίνη, β-αναστολείς, βεραπαμίλη, διλτιαζέμη, αντιαρρυθμικά), σε ηλεκτρολυτικές διαταραχές (πχ υπερκαλιαιμία), σε περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας ή νόσου του Lyme.
Μία άλλη ένδειξη προσωρινής βηματοδότησης είναι η ασυστολία.
Προφυλακτική προσωρινή βηματοδότηση χρειάζεται και σε :
Δεξιό καρδιακό καθετηριασμό σε ασθενείς με προϋπάρχοντα αποκλεισμό του αριστερού σκέλους (LBBB), λόγω του κινδύνου τραυματισμού του δεξιού σκέλους κατά τον καθετηριασμό, με επακόλουθο πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό επί εδάφους προϋπάρχοντος LBBB,
Σε νεοεμφανιζόμενο αποκλεισμό σκέλους ή κολποκοιλιακό αποκλεισμό (ακόμα και πρώτου βαθμού) σε ασθενείς με ενδοκαρδίτιδα ιδιαίτερα της αορτικής βαλβίδας (επειδή μπορεί η προσβολή του ερεθισματαγωγού συστήματος από τη λοίμωξη να εξελιχθεί σε πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό),
Σε αγγειοπλαστική σε σύμπλοκη βλάβη (δηλαδή "δύσκολη βλάβη") στη δεξιά στεφανιαία αρτηρία (αφού αιματώνει τον κολποκοιλιακό κόμβο στο 90% των ατόμων,
Σε ανάταξη κολπικής μαρμαρυγής ή κολπικού πτερυγισμού σε άτομα με σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου (επειδή υπάρχει κίνδυνος μεγάλης παύλας ή σοβαρής βραδυκαρδίας μετά την ανάταξη) . Σε αυτή την περίπτωση συχνά αντί για διαφλέβια προσωρινή βηματοδότηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί διαδερμική
Σε κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος με έγχυση αλκοόλης (alcohol septal ablation) σε ασθενείς με υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια, λόγω του κινδύνου εμφάνισης πλήρους κολποκοιλιακού αποκλεισμού κατά την επέμβαση.
Σε καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις εφαρμόζεται προσωρινή βηματοδότηση με επικαρδιακά κολπικά και κοιλιακά ηλεκτρόδια για να βελτιστοποείται κατά το δυνατόν η καρδιακή παροχή κατά την αποσύνδεση από την εξωσωματική κυκλοφορία και για προστασία από ενδεχόμενη εμφάνιση μετεγχειρητικού κολποκοιλιακού αποκλεισμού στο επίπεδο του κόμβου,ιδιαίτερα μάλιστα σε περιπτώσεις βαλβιδικής χειρουργικής.
Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε διαδερμική εμφύτευση αορτικής βαλβίδας ή σε διαδερμική βαλβιδοπλαστική της αορτικής με μπαλόνι, τοποθετείται πρώτα προσωρινός βηματοδότης, επειδή εφαρμόζεται ταχεία βηματοδότηση κατά την έκπτυξη του μπαλονιού και την εμφύτευση της βαλβίδας.